Η εγκληματική δράση των Γερμανών κατά τη διάρκεια της παντοδυναμίας τους στη Γερμανία και κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο τιμωρήθηκε και τιμωρείται. Η Γερμανία έχασε το ένα τρίτο των εδαφών της, υποχρεώθηκε και υποχρεώνεται σε επανορθώσεις. Οι γερμανοί δράστες των εγκλημάτων κατά την Ανθρωπότητας αντιμετώπισαν άμεσες και δίκαιες δικαστικές διώξεις. Πλήθος από αυτούς εκτελέστηκαν με ατιμωτικό τρόπο. Οι δράσεις των επιγόνων τους περιορίστηκε δραστικά ή απαγορεύτηκε αυστηρά. Γενικά, υπήρξε παγκόσμια αντίδραση στα ανεξιλέωτα εγκλήματα των Γερμανών και κατά της ολοκληρωτικής ιδεολογίας των ηθικών και φυσικών αυτουργών των εγκλημάτων.
Αντιθέτως, οι κτηνώδεις τούρκοι εγκληματίες δεν τιμωρήθηκαν. Δεν σύρθηκαν ενώπιον διεθνών δικαστηρίων εγκληματιών, ούτε αποδοκιμάστηκαν τα φρικτά, αποτρόπαια και απαράγραπτα εγκλήματά τους, με αποτέλεσμα να επαναλαμβάνουν τα ίδια και χειρότερα μέχρι τώρα.
Όπου έγκλημα, καταστροφή, όλεθρος, αφανισμός εκεί πάντοτε θα εντοπιστεί ο τούρκος εγκληματίας, ο οποίος επαινείται στη χώρα του, επιβραβεύεται, δοξάζεται και απολαμβάνει την αποδοχή του διαχρονικά εγκληματικού καθεστώτος της Τουρκίας.
Με αφορμή την επέτειο της εξόντωσης ενός ολόκληρου λαού, των Αρμενίων, επιβάλλεται να συνασπιστούν όλοι οι Άνθρωποι, που θέλουν να διεκδικούν την ιδιότητα του πολιτισμένου, και να στραφούν εναντίον των τούρκων δημίων, των επιγόνων τους και του κράτους – φονιά που έχει εγκατασταθεί στη Μικρά Ασία. Ν’ απαιτηθεί η συγκρότηση διεθνούς ποινικού δικαστηρίου, το οποίο θα δικάσει και θα καταδικάσει τους γενοκτόνους τούρκους και την ηγεσία τους με τις έσχατες ποινές, αποδοκιμάζοντας τα άπειρα εγκλήματα των προγόνων τους και των ίδιων. Πρέπει να διωχθούν οι εγκληματίες και οι εγκωμιαστές τους χωρίς άλλη καθυστέρηση.
Είναι απαράδεκτο ν’ αποστέλλει συλλυπητήρια ο ηγέτης των φονιάδων προς τους απογόνους των μαρτύρων της Αρμενίας, με το θράσος και την αλαζονεία του κτήνους που χλευάζει τα θύματα και αρνείται να ζητήσει έστω τυπική συγγνώμη για τις κακουργίες του ίδιου και εκείνων τους οποίους αναγνωρίζει ως δήθεν προγόνους του.
Ε. Παπαδάκης